Μια απολογία που μακάρι να μη χρειαζόταν να υπάρξει

21.4.2004

Αγαπητέ μου Κύπριε αγνοούμενε,

Αισθάνομαι την ανάγκη να σου γράψω ένα γράμμα που ποτέ δε θα λάβεις, μα που πρέπει να φύγει από τα χέρια μου κι από το μυαλό μου. Δεν ξέρω το όνομά σου, δεν έχω ακούσει ποτέ τη φωνή σου και το πρόσωπό σου ζωγραφίζεται στο κεφάλι μου με μοναδικό ζωγράφο τη φαντασία. Δεν ξέρω την ηλικία σου, τα όνειρά σου, την οικογενειακή σου κατάσταση, ούτε το ήθος σου. Όλα αυτά τα συμπεραίνω από την τωρινή σου ιδιότητα: Για να ανήκεις σ’ εκείνους που αγνοούνται για χάρη μιας πατρίδας, πρέπει να είσαι νέος, να έχεις όνειρα, να αγαπάς κάποιους ανθρώπους για τους οποίους ήσουν έτοιμος να δώσεις τη ζωή σου. Για να αγαπάς ως τη θυσία, πρέπει να έχεις ήθος, αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια, ό,τι δηλαδή χρειάζεται ο πλανήτης μας τούτες τις ώρες.

Όλα αυτά τα συμπεράσματα με πιέζουν να γράψω σ’ έναν άγνωστο που μου είναι γνωστός μέσα από την απουσία του. Θα ήθελα να σου εξηγήσω όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα, αλλά η εξήγηση είναι μια διαδικασία ορθού λόγου, και δεν χωρά σε παραλογισμούς. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι μάλλον ο αγώνας –στη δύνη του οποίου εσύ χάθηκες- έχει αλλάξει μορφή: Οι συμπατριώτες σου δεν καλούνται πια να πολεμήσουν το άδικο, αλλά το παρανοϊκό. Δε θα σχολιάσω την απόφασή τους, γιατί δε σηκώνει σχολιασμούς η απόφαση μιας κοινωνίας ηρώων, αλλά θα σου πω με πόνο ψυχής πως τούτος ο αγώνας είναι σκέτη τρέλα: Μια χούφτα ανθρώπων πασχίζει να επιβιώσει σε έναν κόσμο σχιζοφρενών. Για να σου το πω πιο απλά, για τους ηγέτες του πλανήτη, αυτούς που σπούδασαν απ’ το Κουμάσι της Γκάνα ως τη Γενεύη, από το Περού ως τη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α. και κάθισαν στα θρανία του Yale και της Οξφόρδης, για όλους αυτούς εσύ δεν υπάρχεις. Γι’ αυτούς που έργο τους είναι η οργάνωση Εθνών ενωμένων, δεν είχες υπάρξει ποτέ, δεν περιλαμβάνεσαι στα σχέδιά τους και το ότι αγνοείται η τύχη σου έχει γι’ αυτούς λιγότερη σημασία από την εξαφάνιση του κόνδορα! Η περίπτωσή σου τους αφορά μόνο φιλολογικά, ταιριάζεις μόνο σε μια φιλική συνάθροιση, είσαι όπλο για τον εντυπωσιασμό ενός πλήθους ή απλά μιας γυναίκας και το απαραίτητο συνοδευτικό για το τσάι τους.

Στα σχέδιά τους όμως είσαι απλά ένα δεδομένο. Το ότι κανένας δε γνωρίζει τι σου συνέβη, δεν αφορά έναν πλανητάρχη που τα περασμένα Χριστούγεννα έψαχνε εναγωνίως το σκύλο του στους διαδρόμους του Λευκού του Οίκου. Ίσως εάν γάβγιζες αντί να μιλάς, εάν γρύλιζες αντί να κλαις, αν έγλυφες τις πληγές σου αντί να τις τυλίγεις με λωρίδες από το πουκάμισό σου, ίσως αυτοί που έχουν τη δύναμη να σε αναζητήσουν, να είχαν και τη διάθεση να το πράξουν. Τώρα όμως δεν έχεις καμιά τύχη.

Ποιος ξέρει; Ίσως εσύ μέσα στη σοφία που συνοδεύει τον πόνο, να τα ήξερες όλα αυτά απ’ την πρώτη στιγμή και να μην περίμενες ποτέ τη δικαίωσή σου. Ίσως να είχες ξεγράψει απ’ την αρχή την πιθανότητα να επιστρέψεις κάποτε ζωντανός στο σπίτι σου ή να ενταφιαστείς στο δικό σου προσωπικό τάφο. Ίσως να μην περίμενες ποτέ μια αγκαλιά από τη μάνα σου ή ένα μπουκέτο λουλούδια στο μνήμα σου από εκείνο το κορίτσι που αγαπούσες πριν χαθείς. Εγώ όμως φίλε δεν είμαι τόσο σοφή και ήλπιζα ότι οι άνθρωποι νοιάζονται για τους ανθρώπους, ζωντανούς ή νεκρούς. Πίστευα πως ανεξάρτητα από λύσεις και σχεδιασμούς, το να αγνοείται η τύχη σου τριάντα χρόνια μετά την εισβολή, αποτελεί έγκλημα. Πίστευα ότι κάποτε κάποιος ισχυρός θα διαχώριζε τον πόλεμο από το έγκλημα και πριν σπεύσει να ικανοποιήσει τις δύο πλευρές, θα ζητούσε τουλάχιστον την παραπομπή των εγκληματιών σε δίκη.

Μπορείς, αν θέλεις, να γελάσεις με την αφέλειά μου, αλλά σε παρακαλώ μη μου θυμώσεις. Θα μπορούσα να δικαιολογηθώ, λέγοντάς σου ότι όταν εσύ χάθηκες, εγώ φορούσα ακόμα πάνες. Όταν η πατρίδα σου μοιράστηκε στα δύο, εγώ έκλαιγα για ένα παιχνίδι και τη στιγμή που εσύ χανόσουν- ποιος ξέρει πως, ποιος ξέρει που; -εγώ κοιμόμουν ξέγνοιαστη. Είναι αρκετό;

Μάλλον όχι, διαφορετικά δε θα ένοιωθα τούτο το σφίξιμο στο στομάχι. Η αλήθεια είναι πως ντρέπομαι για αυτά που θα ακολουθήσουν. Ντρέπομαι που ξέρω ότι η ζωή μου θα συνεχίσει χωρίς τη δική σου επιστροφή ή δικαίωση. Οι ηγέτες μου θα κοιμηθούν ήσυχοι ότι έπραξαν το σωστό ή θα σε χρησιμοποιήσουν για μερικά ακόμη χρόνια σαν δόκανο στο κυνήγι ψηφοφόρων ή εντυπώσεων. Εσύ θα έχεις γεννηθεί μόνο για όσους σου είχαν σφίξει κάποτε το χέρι και μόνο εάν οι γονείς σου ζουν ακόμα η αναφορά στο όνομά σου θα συνοδεύεται από αναφιλητά. Όταν δε ο Θεός αποφασίσει να τους απαλλάξει από το μαρτύριο, τότε θα χαθούν και τα τελευταία δάκρια που σου ανήκουν. Η φωτογραφία σου θα ξεθωριάσει και θα χαθείς, χωρίς κανένας ποτέ να μάθει τι ψέλλισες πριν φύγεις, χωρίς κανένα καντήλι να κάψει το φιτιλάκι του για σένα. Μόνο τα βιβλία ιστορίας θα σε αναφέρουν ως «τον αγνοούμενο της Κύπρου», και κάποιοι μαθητές θα βρίζουν τους φονιάδες σου, γιατί με τις πράξεις τους, τους δυσκόλεψαν στις τελικές εξετάσεις…

Καληνύχτα φίλε μου…

Μάρω Σιδέρη

20.4.2004

http://www.eptalofos.com.gr/polis3.html 

 

 


Αφιέρωμα στο Σχέδιο Ανάν του ηλεκτρονικού περιοδικού Αντίβαρο

http://www.oxistosxedioanan.com

http://www.antibaro.gr