Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που απαγορεύουν την εισαγωγή προϊόντων από την «ΤΔΒΚ»
Γιώργος Μάτσος
Θα πρέπει προκαταρκτικά να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει κανενός είδους «εμπάργκο» κατά του ψευδοκράτους, το οποίο να μπορούν να «άρουν» τα κράτη της διεθνούς κοινότητας, όπως απειλούν οι «θεοί και δαίμονες» που επιστρατεύθηκαν για να πείσουν τους Ελληνοκυπρίους να ψηφίσουν «ναι» στο δημοψήφισμα. Απλούστατα, επειδή δεν υφίσταται αναγνώριση του ψευδοκράτους, δεν αναγνωρίζονται ως νόμιμα τα έγγραφα που υπογράφουν οι «αρχές» του ψευδοκράτους και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να γίνει νομίμως εμπόριο με την περιοχή αυτή του νησιού που δεν είναι υπό τον έλεγχο της Κυπριακής κυβέρνησης.
Η αρχή αυτή έχει γίνει δεκτή από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) με επανειλημμένες δικαστικές αποφάσεις του, η τελευταία μάλιστα από τις οποίες έχει ημερομηνία την 30η Σεπτεμβρίου 2003 (υπόθεση C-140/02, Αναστασίου κλπ. κατά Βρετανικού Υπουργείου Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων). Στην απόφαση μάλιστα αυτή το Δικαστήριο απαγόρευσε στις βρετανικές επιχειρήσεις που έκαναν εισαγωγές από το ψευδοκράτος να χρησιμοποιούν τουρκικά πιστοποιητικά για προϊόντα προερχόμενα από το ψευδοκράτος.
Με την πρόσφατη αυτή απόφασή του το ΔΕΚ επιβεβαίωσε και διεύρυνε την παλαιότερη νομολογία του για το ίδιο ζήτημα, που είχε διατυπωθεί στις αποφάσεις του της 5ης Ιουλίου 1994 (υπόθεση C-432/92, γνωστή ως «Αναστασίου I») και της 4ης Ιουλίου 2000 (υπόθεση C-219/98, γνωστή ως «Αναστασίου II»).
Πρέπει να σημειωθεί ότι το νομικό θεμέλιο όλων των παραπάνω αποφάσεων είναι ότι οι υπάλληλοι του ψευδοκράτους δεν είναι νόμιμα όργανα αρμόδια να ασκήσουν οποιαδήποτε εξουσία εντός της νόμιμης Κυπριακής επικράτειας. Το γεγονός αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό κεκτημένο ενόψει της μάχης που θα ξεκινήσει από την 25η Απριλίου 2004 για την άμβλυνση των όποιων συνεπειών του «όχι».
Συνεπώς, οι κραυγές που απειλούν με παράκαμψη της νόμιμης κυβέρνησης της Κύπρου για ενίσχυση κλπ. των Τουρκοκυπρίων σε περίπτωση απόρριψης του σχεδίου Ανάν δεν είναι παρά ασύστολες κινδυνολογίες, αν όχι συνειδητά ψεύδη, από την πλευρά των υποστηρικτών του «ναι». Με τη βούλα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, είναι αδύνατη η οποιαδήποτε συναλλαγή με το ψευδοκράτος. Πώς θα λάβει ενισχύσεις κατά παράκαμψη της Κυπριακής Δημοκρατίας; Πόσο μάλλον όταν η Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι πλέον και η ίδια μέλος της Ε.Ε.;
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις παραπάνω νομικές διαμάχες, η βρετανική κυβέρνηση είχε υποστηρίξει τη θέση ότι είναι ισχυρή η υπογραφή των «υπαλλήλων» του ψευδοκράτους και είναι, κατά κάποιο τρόπο, έγκυρο ως χώρα προέλευσης το ψευδοκράτος. Δεν μπορεί, συνεπώς, να αναμένει κανείς τίποτε λιγότερο από τη Βρετανία και την Αμερική, παρά τη σημερινή αφόρητη πίεση για να επιβληθεί το «ναι». Ένα ναι που θα παρεμποδίσει την οριστική ανατροπή της επί τριακονταετία διαμορφωμένης πολιτικής τους και που πρέπει, συνεπώς, να ακουστεί ηχηρό από τους Ελληνοκυπρίους.
Όσοι μιλούν για τη «στρατιωτική ήττα που υπέστημεν το 1974» ας αναλογιστούν ότι όλα τα τεκταινόμενα συνηγορούν στην άποψη ότι η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως έχει στην Ε.Ε. μπορεί να αποτελέσει τον ισχυρότατο εκείνο παράγοντα ανατροπής των τόσο βολικών για το «διεθνή παράγοντα» αποτελεσμάτων της «στρατιωτικής ήττας» του 1974 με ειρηνικά μέσα. Έχουν οι Κύπριοι πράγματι τέτοια ιστορική ευκαιρία στα χέρια τους και δεν πρέπει να τη χάσουν με τίποτε. Ούτε με τις «εγγυήσεις» που δήθεν θα παράσχει ο Ο.Η.Ε. για τη μη χρήση βίας ούτε με τίποτε.
Αφιέρωμα στο Σχέδιο Ανάν του ηλεκτρονικού περιοδικού Αντίβαρο