Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;

Δυσάρεστες επισημάνσεις

Γιώργος Μάτσος

 

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα ενόψει του δημοψηφίσματος της 24ης Απριλίου; Μετά την αιφνιδιαστική, όσο και ευχάριστη μεταβολή της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης (αλλά και της αντιπολίτευσης και πρώην κυβέρνησης) κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στη Λουκέρνη, βλέπουμε μέχρι σήμερα μια σταδιακή μεταβολή στη στάση των κυβερνώντων και, πολύ περισσότερο, στη στάση της αντιπολίτευσης.

Η μεταβολή αυτή γίνεται ανησυχητική, όταν βλέπει κανείς εφημερίδες με ευρεία επιρροή όπως η «Καθημερινή» και «το Βήμα» να κρατούν στάση σαφώς υπέρ του «ναι», με την «Καθημερινή» μάλιστα, να μεταβάλει την προγενέστερη εμφανώς απορριπτική στάση της στο φύλλο της Κυριακής 4 Απριλίου. Με δεδομένη την ισχυρή αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση τύπου και πολιτικής, είναι πολύ δύσκολο να μην υποψιαστεί κανείς μια συνολικότερη μεταβολή στάσης. Δυστυχώς, το παρασκήνιο είναι πολύ δύσκολο να το γνωρίζουμε και κάθε υπόθεση επ’ αυτού είναι επισφαλής. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ασκούνται τρομακτικές πιέσεις από κάθε κατεύθυνση υπέρ του «ναι».

Τα επιχειρήματα που προβάλλονται μόνον ως κοντόφθαλμα μπορούν να χαρακτηριστούν. Μια εύληπτη σύνοψη των κυρίων σημείων των περιέχεται στο πρωτοσέλιδο της «Καθημερινής» της 4ης Απριλίου, όπου αναφέρεται επί λέξει απόσπασμα του κυρίου άρθρου της: «Το 1974, Ελλάδα και Κύπρος υπέστησαν στρατιωτική ήττα και τα αποτελέσματά της μόνο με πόλεμο και μάλιστα νικηφόρο μπορούσαν πλέον να ανατραπούν. Και επειδή ο πόλεμος θα ήταν παραφροσύνη, η Κύπρος αναζητούσε πάλι συμβιβασμό, με όρους ακόμη χειρότερους. O νέος συμβιβασμός θα ενσωμάτωνε αναγκαστικά μέρος των αποτελεσμάτων της ήττας, διαφορετικά θα ήταν ανέφικτος. Χάσαμε ένα πόλεμο και είμαστε μονίμως αιτούντες στον OHE και στη διεθνή κοινότητα, επιζητώντας, μέσω ενός συμβιβασμού, μερική άρση των συνεπειών της ήττας. Τέτοιος συμβιβασμός είναι το «Σχέδιο Ανάν». Δεν είναι ο καλύτερος, αλλά πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν θα μπορούμε να επιζητήσουμε ξανά την επιδιαιτησία και τη βοήθειά του. Και ακόμη πρέπει να σημειωθεί πως τούτος ο συμβιβασμός εμπεριέχει δύο ουσιώδεις διαφορές που δίνουν σ’ αυτό το σχέδιο πρωτόγνωρο δυναμισμό: Πρώτον, οι Ελληνοκύπριοι με την ευφυΐα τους, τη σκληρή δουλειά και την αγωνιστικότητα, κατέκτησαν, μετά το 1974, ισχυρή θέση στην περιοχή τους. Και δεύτερον, η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανοίγει εντελώς νέα προοπτική δράσης σε περιβάλλον ειρήνης.»

Είναι καταφανές ότι οι δύο «ουσιώδεις διαφορές που δίνουν στο σχέδιο πρωτόγνωρο δυναμισμό» είναι παντελώς ανεξάρτητες από το σχέδιο, αν δεν υπονομεύονται κιόλας από αυτό! Η οικονομική ευμάρεια των Ε/Κ ουδόλως σχετίζεται με το σχέδιο, είναι δεδομένη, αποτελεί ούτως ή άλλως στοιχείο υπεροχής για αυτούς και θα αποτελούσε, ως εκ τούτου, στοιχείο υπεροχής με οποιοδήποτε σχέδιο. Το σχέδιο Ανάν, όμως, υπονομεύει καίρια το πλεονέκτημα αυτό, αφού βάζει τους Ε/Κ να πληρώνουν το βαρύ οικονομικό λογαριασμό της «επανένωσης της νήσου». Η δυναμική αυτή των Ε/Κ δέχεται σημαντικό πλήγμα με το σχέδιο Ανάν! Ας θυμηθούμε εξάλλου τι συνέβη στη Γερμανία μετά την επανένωση.

Αλλά και η ένταξη στην Ε.Ε. είναι δεδομένη και χωρίς το σχέδιο. Ποιου είδους «νέα προοπτική δράσης σε περιβάλλον ειρήνης» ανοίγεται για τους Ε/Κ εξαιτίας του σχεδίου; Με δεδομένη, μάλιστα την απαγόρευση απόκτησης περιουσίας και εγκατάστασης για μακρότατη μεταβατική περίοδο, είναι καταφανές ότι και αυτό το πλεονέκτημα της Ε/Κ υπονομεύεται και δεν στηρίζεται από το σχέδιο Ανάν.

Σίγουρα είναι υπερβολικό μετά από οκτώ συναπτά έτη μειοδοτικής πολιτικής να αναμένει κανείς άμεση ανατροπή του κλίματος, επειδή υπήρξε η απαιτούμενη τόλμη να ακουστεί ένα «όχι» στη Λουκέρνη. Θα ανέμενε όμως κανείς να υπάρξει πιο συνετή και πιο συνεπής διαχείριση του «όχι» αυτού. Η νέα ελληνική κυβέρνηση δείχνει να διαπνέεται αυτή τη στιγμή από ανασφάλεια για τη θαρραλέα στάση της Λουκέρνης. Δεν είναι παράλογο, ενόψει του ότι «ντόπια και ξένα κέντρα» πολεμούν με λύσσα για το «ναι», αλλά σίγουρα είναι λανθασμένο.

Όαση ελπίδας υπέρ του «όχι», εξακολουθούν να αποτελούν συγκεκριμένοι μαχητές δημοσιογράφοι, οι οποίοι εξακολουθούν να αρθρώνουν πειστικό λόγο κατά του σχεδίου Ανάν. Οι Κ. Ιορδανίδης και Κ. Αγγελόπουλος, με άρθρα τους επίσης στην «Καθημερινή» της 4ης Απριλίου 2004, κάνουν λόγο για εσκεμμένη και παραπλανητική παρουσίαση των θέσεων του πρωθυπουργού ως δήθεν προσεγγίζουσες το «ναι», με στόχο να επηρεαστεί ο Κυπριακός Ελληνισμός από τη δήθεν αυτή στάση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Ο παραπλανητικός χειρισμός αυτός, αν τα πράγματα είναι όντως όπως τα αναφέρουν οι παραπάνω δημοσιογράφοι, είναι αρκετά δύσκολο να αντιμετωπιστεί, διότι για να αποτραπεί το ενδεχόμενο επηρεασμού της κοινής γνώμης στην Κύπρο θα έπρεπε να βγει ο ίδιος ο πρωθυπουργός και να υποστηρίξει το «όχι», έστω και εμμέσως, πράγμα που σίγουρα του είναι πολύ δύσκολο να πράξει, ενόψει των ασφυκτικών πιέσεων από το εξωτερικό.

Στον αντίποδα, σε θέση υπέρ του «όχι» φαίνεται να κινείται η «Ελευθεροτυπία», η οποία, με άρθρο του εκδότη της στο Κυριακάτικο φύλλο της 4ης Απριλίου δίδει μια ευστοχότατη απάντηση σε όσους παρουσιάζουν το «ναι» ως δήθεν «δυναμικό» και το «όχι» ως δήθεν στατικό, επισημαίνοντας ορθά ότι το «ναι» είναι αυτό που είναι δίχως επιστροφή, ενώ με το «όχι» τίποτε δεν αποκλείεται για το μέλλον. Στην ίδια εφημερίδα, όμως, σε άρθρο του Δημ. Τσιόδρα ο Καραμανλής εμφανίζεται αποφασισμένος να πει το «ναι», ενώ προεξοφλείται η στάση υπέρ του «ναι» ακόμη και από το ισχυρότερο Κυπριακό κόμμα ΑΚΕΛ! Ο πρωθυπουργός φέρεται μάλιστα ότι θα δημοσιοποιήσει μάλιστα τη στάση του αυτή, εγκαταλείποντας την τακτική του «η Κύπρος αποφασίζει, η Ελλάδα συμπαρίσταται».

Αν αρχικώς ο αναγνώστης του άρθρου σπεύδει να αναρωτηθεί αν αυτό λέει την αλήθεια, η διαβεβαίωση ότι και το ΑΚΕΛ θα ταχθεί «υπέρ του σχεδίου», φέρνει αυτομάτως στο νου το σενάριο των κατασκευασμένων δημοσιευμάτων που καταγγέλλουν οι Κ. Ιορδανίδης και Κ. Αγγελόπουλος. Οι τελευταίοι μάλιστα συνδύαζαν στην αρθρογραφία τους ευθέως τα κατασκευασμένα δημοσιεύματα και με τις φήμες περί παραιτήσεως του Προέδρου Παπαδόπουλου, οι οποίες, όπως φαίνεται, προέρχονταν σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις από Ελλάδα και ήταν φτιαχτές. Συνεπώς, το σενάριο των κατασκευασμένων δημοσιευμάτων φαίνεται να έχει βάση και, αν όντως αληθεύει, δίνει μια πολύ άσχημη εικόνα στον Ελλαδίτη και στον Κύπριο για τις προθέσεις της Ελλαδικής πλευράς.

Αυτό που απαιτείται είναι να αφεθούν οι πολίτες της νήσου πραγματικά ελεύθεροι και ανεπηρέαστοι να επιλέξουν. Οι πιέσεις των εξωτερικών «προστατών» δημιουργούν την εντύπωση ότι ήθελαν τα δημοψηφίσματα μόνο και μόνο για να νομιμοποιήσουν τους δικούς τους σχεδιασμούς. Αν είναι όμως έτσι, αυτό είναι ένα πρόσθετο επιχείρημα υπέρ του «όχι».

 

 

 


Αφιέρωμα στο Σχέδιο Ανάν του ηλεκτρονικού περιοδικού Αντίβαρο

http://www.oxistosxedioanan.com

http://www.antibaro.gr