Μια Ελλάδα νουνεχής

 

Του Χρήστου Κηπουρού {*}

 

Μπορεί οι τελευταίες δημοσιευμένες δημοσκοπήσεις των Ελληνοκυπρίων να τείνουν να μεταβάλουν την προηγούμενη πλειοψηφία του «όχι», σε παμψηφία του, και να παραπέμπουν στη σχέση ενός λαού με την ιστορική συνέχεια του τόπου του, όμως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί η νέα καταγραφή να εκληφθεί ως δυσαρμονία προς τους χειρισμούς της πολιτειακής ηγεσίας της μεγαλονήσου. Όσοι γνωρίζουν -στην πολιτική Ελλάδα φυσικά το αγνοούν- από σύγχρονες μορφές υπεράσπισης της πολιτικής, αντιλαμβάνονται εύκολα, πόσο μεγάλη ηθική και πολιτική δύναμη καθώς και πληρεξουσιότητα και άνεση στις κινήσεις, αντλεί ένας ηγέτης από μια παρόμοια στάση των πολιτών της χώρας του. Ακόμη κι αν δεν συνέβαινε -που στην περίπτωσή της Κύπρου συμβαίνει- έπρεπε να είχε ανακαλυφθεί.

 

Κατά τα άλλα πρόκειται για ένα μάθημα πολιτικής, με πλείστους όσους παραλήπτες. Καταρχήν οι πάγοι της Λουκέρνης ωχριούν απέναντι στον πάγο της πρόθεσης ψήφου των Κυπρίων πολιτών. Αν δεν μεσολαβούσαν τα χθεσινά γεγονότα -θα πω μερικά λόγια στη συνέχεια γι αυτά- ο τελευταίος αντίκτυπος θα ήταν ακόμη πιο μεγάλος. Μέχρι που αναπόδραστα πια οδηγεί σε απεμπλοκή από τον εφιάλτη. Μέχρι που η απόσυρση του σχεδίου αποτελεί πλέον αναγκαία πράξη, για πολλούς λόγους και έναν επιπλέον: Ως απόγονοι του Μακρυγιάννη είναι λογικό οι Κύπριοι να μην επιθυμούν Όθωνες. Πόσο μάλλον Κώθωνες. Αυτούς που ονόμασα υπερκυβέρνηση και υπερατλαντικούς κατήδες και που όλο αυτό το γαϊτανάκι αν και αποτελεί νέο προϊόν, με ονομασία προέλευσης την παγκοσμιοποίηση -όθεν και η Αμερικανική πρεμούρα να επισπευσθεί- οι κατά τεκμήριο αναμενόμενοι να μιλήσουν Έλληνες, σιγούν. Καλά θα κάνουν λοιπόν με την ευκαιρία, να μην απωλέσουν εντελώς την ψυχραιμία τους οι νομενκλατούρες εκείνες ή και κάποια μέλη από ερευνητικά λεγόμενα ιδρύματα των Αθηνών. Πέραν των άλλων, τα προς στους πολίτες απειλητικά τους γραπτά, τους εκθέτουν ανεπανόρθωτα, αν δεν το έχουν ήδη κάνει.

Πριν από τρεις ημέρες έγραφα για την προετοιμασία της τηλεοπτικής καταιγίδας {1} των γειτόνων, επισημαίνοντας ότι θα τους ζήλευε ακόμη και ο Λαζόπουλος των δέκα μικρών Μήτσων. Προφανώς εννοούνταν οι αντίστοιχοι δέκα μικροί Κεμάλ. Δεν φανταζόμουν όμως ποτέ ότι θα έπεφτα τόσο μέσα. Από την πρόβλεψη των γεγονότων μέχρι ακόμη και τα μικρά ονόματα, όπως εκείνο του γνωστού πλέον πρυτάνεως, το ομώνυμο του γενοκτόνου. Κατά τη γνώμη μου, ο εντεταλμένος του ρόλος ήταν να ρίξει στα μαλακά το έτερο επίσης σόλο και σόου. Εκείνο του Τούρκου υπουργού των εξωτερικών. Ο σκοπός υπήρξε σαφής και επιτευχθείς. Όποιος και εάν ερωτηθεί σήμερα, ομολογεί αβίαστα και απερίφραστα, ότι άλλο ο πρύτανης και άλλο ο ηπιότατος κύριος Γκιούλ και ο ευγενέστατος, θα προσέθετα εγώ, κ. Ταγίπ. Όσοι γνωρίζουν, λίγο έστω, από τη «γειτονική σκηνή», φαίνεται πλέον δια γυμνού οφθαλμού, γιατί συνέβη, ό,τι συνέβη.

Όλοι στην Ελλάδα ξεσηκώθηκαν εναντίον του όντως χιτλερικού καθηγητή. Κανείς όμως δεν ασχολήθηκε με το γεγονός ότι οι 1619 αγνοούμενοι μάρτυρες του Αττίλα, μπήκαν για άλλη μια φορά στο ράφι, αν όχι οριστικά, και με τον επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, ανενόχλητα να ανοσιουργεί πολιτικά και να παραχαράζει ενώπιον της διεθνούς κοινότητας την αληθινή ιστορία, με τα, περί μαζικών τάφων στην κατεχόμενη μεγαλόνησο, ανεκδιήγητα. Να παρουσιάζει τον θύτη ως θύμα, και επιπλέον και το θύμα ως θύτη επόμενα ως μπαμπούλα, και την ίδια στιγμή να επιχειρεί να αιτιολογήσει με αυτά, την περί μόνιμης παρέκκλισης από το κοινοτικό κεκτημένο, αναγκαιότητα. Να τη θέτει ως προϋπόθεση και ως αφετηρία για την οποιαδήποτε συνέχεια που διαφορετικά, όπως συμπληρώνει, δεν θα έχει κανένα νόημα. Να ατενίζει τη συνέχεια πότε ως προϊόν εκβιασμών και πότε ρουσφετιών. Αυτή είναι η Τουρκία.

Κανείς όμως δεν ασχολήθηκε με αυτά και όσα άλλα εξεστόμισε ο φερόμενος ως θιγείς, υποκρινόμενος το θυμωμένο, και εμφανιζόμενος ότι δήθεν τον πνίγει το δίκαιο, τούρκος υπουργός, όταν οι δημοσιογράφοι τον ρωτούσαν γιατί η χώρα του επιμένει να αρνείται την επιστροφή των Ελληνοκυπρίων στις ιστορικές τους εστίες. Παρόλα αυτά όλοι στην Αθήνα, από την κυβέρνηση και τα κόμματα, μέχρι τους πανεπιστημιακούς καθώς και ανθρώπους της τέχνης, έσπευσαν να τα βάλουν με το γειτονικό μορμολύκειο, φίλο κατά τα άλλα, πολλών ημεδαπών, των οποίων υπάρχουν ονόματα και διευθύνσεις καθώς επίσης είναι γνωστοί οι υποβολείς όπως και οι λόγοι που έστησαν τις επιτροπές, τις γνωστές και ως Ιπεκτσί. Τα του Γκιούλ ουδόλως απασχόλησαν. Πέρασαν στο ντούκου. Αυτός ήταν και ο επιδιωχθείς τουρκικός σκοπός. Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Μάλλον τρυγόνες. Μια, προς Κύπρο μεριά. Η άλλη προς την ετυμηγορία των τουρκικών Δημοτικών εκλογών της 28ης Μαρτίου.

 

Σε εντελώς διαφορετικές κινήσεις θα προέβαινε αν υπήρχε Ευρωπαϊκή πολιτική Ελλάδα. Συμπολιτευόμενη ή αντιπολιτευόμενη. Καταρχήν δεν υπάρχει ολίγον κεκτημένο, όπως το εννοεί ο κ. Καραμανλής. Η αποφυγή μνείας περί παρεκκλίσεων από το τελικό κείμενο, τιμά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης το ίδιο κάνουν τα, περί ένταξης της επανενωμένης Κύπρου, κινούμενα στη σφαίρα των ευχών, έστω και αν δεν μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Δεύτερον, μια τέτοια Ελλάδα θα κινούσε όλες τις διπλωματικές εκείνες διαδικασίες που προβλέπονται σε ανάλογες περιπτώσεις και που αφορούν την τάξη της διεθνούς συνεύρεσης. Τόσο για τα λεχθέντα ψευδώς από τον τούρκο αξιωματούχο όσο για τα παραχαραχθέντα. Εκτός από το ζήτημα των εντυπώσεων υπάρχουν πλείστα όσα άλλα ανοιχτά ηθικά θέματα.

 

Από την άλλη, δεν χρειάζονταν η χώρα να υποβαθμίσει τον εαυτό της. Έστω να απαντά υπό την μορφή των κυβερνητικών κύκλων. Ούτε τα πολιτικά κόμματα, είχαν λόγους να απαντήσουν. Αρκούσε μια ολιγομελής ομάδα Ελλήνων Πανεπιστημιακών, να αναλάβει την πρωτοβουλία και να ζητήσει από τους όποιους Ευρωπαϊκούς επιστημονικούς φορείς, ενώσεις ή άλλους διεθνείς συμμετέχει ο Κεμάλ Αλεμντέρογλου, να στηλιτευτεί αν δεν αποπεμφθεί για τις πολεμοχαρείς όσο εμπρηστικές δηλώσεις του, που μάλιστα τις επανέλαβε πολλές φορές. Από πουθενά δεν προκύπτει συμβατότητα μεταξύ φασισμού, ναζισμού και ακαδημαϊκού δασκάλου, και δη της ανώτατης βαθμίδας. Αρκούσε να υπάρξει στην αρχή και το τέλος, από μια λιτή ανακοίνωση περί των ενεργειών της ομάδας που έλεγα.

 

Σε αυτές τις συγκεκριμένες ενέργειες θα προέβαινε μια Ευρωπαϊκή, με πολιτική παιδεία και αυτοσεβασμό, χώρα. Ούτε φορτισμένες και πληθωριστικές αντιδράσεις έχει ανάγκη η πολιτική ούτε χρειάζεται να μεγεθύνει τα μικρά και δευτερεύοντα την ίδια μάλιστα στιγμή που σμικρύνει τα μεγάλα και πρωτεύοντα. Που διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλο. Είχε λοιπόν τι να πράξει μια Ευρωπαϊκή Ελλάδα. Δεν το κάνει όμως. Παράδειγμα η σύγκληση του συμβουλίου αρχηγών με μοναδικό θέμα τον ακριβή καθορισμό, για το πως εννοείται η ανάληψη των ευθυνών της Ελλάδας ως εγγυήτριας δύναμης. Η από δυο ετών δική μου γνώμη, είναι το Δημοψήφισμα για την Κύπρο. Αν χρειαστεί. Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα χρειαστεί. Δεν θα πάψει όμως να αποτελεί έμπρακτη αλληλεγγύη και στήριξη του Ελλαδικού στον Κυπριακό Ελληνισμό. Τα υπόλοιπα είναι: «απελθέτω απ΄ εμού κλπ…». Στην υπόλοιπη Ευρώπη δημοψηφίσματα γίνονται κάθε τόσο, και για ψύλλου πήδημα. Εδώ έχει να γίνει τριάντα χρόνια. Και επιπλέον το πόσο σοβαρό θέμα είναι το υπό συζήτηση, φαίνεται από τις τρεις συνεχείς πρόωρες εθνικές εκλογές που έγιναν στο όνομά του. Τα λέω όλα αυτά γιατί ο ρόλος της πολιτικής, πέραν των άλλων, είναι να τιθασεύει τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν, να τα μεταφέρει στο νου, να τα επεξεργάζεται μετατρέποντάς τα σε ιδέες, προτάσεις, σχέδιο, πράξη και κυρίως ηθική. Η πολιτική Ελλάδα παλαιόθεν όφειλε να είναι, αυτό που δεν ήταν, και ούτε είναι και σήμερα: μια Ελλάδα νουνεχής {νους + έχω}.

_______________

 

Σημείωση {1} Χρήστος Κηπουρός, Μια χώρα τετραπληγική. Η Κύπρος του σχεδίου Ανάν, βλ. μηχανές αναζήτησης internet, 24 Μαρτίου 2004,

29 Μαρτίου 2004

 

 

 

 


Αφιέρωμα στο Σχέδιο Ανάν του ηλεκτρονικού περιοδικού Αντίβαρο

http://www.oxistosxedioanan.com

http://www.antibaro.gr