ΚΥΠΡΙΑΚΟ: ΚΑΤΑ ΣΥΝΘΗΚΗ ΨΕΥΔΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΤΟΥ 1977 ΚΑΙ 1979
2 Απριλίου 2004
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών Σπουδών και Έδρας Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση www.ifestos.edu.gr <http://www.ifestos.edu.gr/>
Λανθασμένες πληροφορίες, λανθασμένες εκτιμήσεις και λανθασμένες αναφορές σε πραγματικά γεγονότα οδηγούν μια κοινωνία στον ανορθολογισμό, στον αποπροσανατολισμό και στις λανθασμένες αποφάσεις. Συστηματικά και από πολλούς –σε βαθμό μάλιστα που γεννά πολλές σκέψεις και απορίες για μια οργανωμένη προσπάθεια εκτόξευσης κατά συνθήκη αναληθών θέσεων περί το κυπριακό– οι συμφωνίες του 1977 και 1979 παρουσιάζονται ως η αφετηρία που νομοτελειακά, δήθεν, θα οδηγούσε στο σχέδιο Αναν το οποίο επιδόθηκε από τον ΓΓ του ΟΗΕ στην Ελβετία. Οι σημερινές προτάσεις, υποστηρίζουν τα κατά συνθήκη ψεύδη, είναι περίπου μια αργοπορημένη εξέλιξη των συμφωνιών του 1977 και 1979 και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο «λόγω συναισθηματισμού» δεν δέχονται σήμερα πολλοί «θερμόαιμοι» έλληνες στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Για όσους επιθυμούν να γνωρίζουν την αλήθεια για τις συμφωνίες του 1977 και 1979 για το κυπριακό παραθέτουμε τις πιο κάτω πληροφορίες για τα «πραγματικά γεγονότα»:
Πρώτον, οι συμφωνίες του 1977 και 1979 αποτελούσαν ένα γενικό προσανατολισμό για μια «έντιμη συμβιβαστική λύση» στο πλαίσιο ενός κράτους με ενιαία κυριαρχία. Αν και σπάνια προσδιορίστηκε με ακρίβεια το περιεχόμενο μιας «δικοινοτικής-διζωνικής ομοσπονδίας» εμείς πάντοτε επιμέναμε αταλάντευτα για 1ον) ενιαίο κράτος, 2ον) ενιαία κυριαρχία και ισχυρά ομοσπονδιακά όργανα, 3ον) αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων, αποστρατικοποίηση και εγκατάλειψη των αποικιακών «εγγυήσεων», 4ον) πλήρη και άνευ της παραμικρής εξαίρεσης σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, 5ον) δικαίωμα περιουσίας, επιστροφής των προσφύγων στις εστίες τους και δικαίωμα εγκατάστασης, 6ον) αποχώρηση όλων των εποίκων πολλοί από τους οποίους συμμετείχαν στην εισβολή, 7ον) ισότητα πολιτών και όχι ισότητα κοινοτήτων και 8ον) πολυμερείς εγγυήσεις κατά προτίμηση του ΟΗΕ και του της ΕΕ. Μάλιστα, είναι γνωστό ότι το 1992 ο τότε Πρόεδρος Βασιλείου έχασε τις εκλογές γιατί ακριβώς υπήρχαν υποψίες ότι αποδεχόταν πτυχές του σχεδίου Γκάλι που δεν ήταν συμβατές με μερικές από αυτές τις απαράβατες και ορθολογιστικές αρχές οι οποίες και αποτελούσαν πάντοτε μέχρι και το Φθινόπωρο του 2002 (όταν εκδηλώθηκε το σχέδιο Αναν) την κόκκινη γραμμή των θέσεών μας [Ο κ Γλαύκος Κληρίδης κέρδισε τις εκλογές με σημαία την αποτρεπτική ισχύ-«μεραρχία» και την «προώθηση της ένταξης στην ΕΕ»].
Δεύτερον, πολλοί –μεταξύ των οποίων και ο υπογράφων– ήταν πολύ προβληματισμένοι για την σοφία αυτών των συμφωνιών. Μεταξύ άλλων, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, υποστήριζαν μετά επιτάσεως ότι αυτές οι συμφωνίες είναι ατελέσφορες και ότι διέξοδος θα υπάρξει μόνο 1ον) με την ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ικανότητας και 2ον) με την υποβολή αίτησης ένταξης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Στην βάση αυτής της στρατηγικής, υποστηρίχθηκε, μπορούσαμε να προσδιορίσουμε θετικά το περιεχόμενο μιας συμβιβαστικής λύσης που θα εμπεριέχει τις προαναφερθείσες πάγιες θέσεις μας προσφέροντας ταυτόχρονα διέξοδο στους τουρκοκύπριους και στην Τουρκία: η αίτηση ένταξης ήταν το μέσον να ακυρωθούν νομικά και πολιτικά οι αδιέξοδες συμφωνίες του 1979 οι οποίες αν και συμφωνημένες [πολιτικές συμφωνίες τις οποίες οι τούρκοι αθετούσαν συνεχώς), έπρεπε να ξεπεραστούν με διεθνοπολιτικά και πολιτειακά ορθολογιστικές-βιώσιμες διευθετήσεις συμφέρουσες για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Πιο συγκεκριμένα, με 1ον) εφαρμογή της κοινοτικής έννομης τάξης σε όλη την Κύπρο και 2ον) εφαρμογή του κοινοτικού πολιτικού και νομικού πολιτισμού συμπεριλαμβανομένων των προνοιών για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε εύθετο χρόνο, συνέχιζαν τα ίδια επιχειρήματα, θα αναπτύσσονταν διπλωματικές πρωτοβουλίες για υποβοήθηση εκείνων των τουρκικών πολιτικών δυνάμεων που έβλεπαν το τουρκικό εθνικό συμφέρον υπό το πρίσμα προώθησης των σχέσεων με την Ευρώπη, επίλυσης των διενέξεων με την Ελλάδα και απαγκίστρωσης από την Κύπρο. Αυτή η ορθολογιστική στρατηγική τινάχθηκε στον αέρα με την κατευναστική λογική της «διπλωματίας του ζεϊμπέκικου» και με τα ολέθρια λάθη ή παραλείψεις που οδήγησαν στην εκδήλωση της καταστροφικής πρωτοβουλίας του Κόφι Αναν το φθινόπωρο του 2002. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι η συνομοσπονδιακή-διχοτομική λογική που εμπεριέχει το σχέδιο Αναν ουσιαστικά προαναγγέλθηκε από τον Σύμβουλο του τότε Πρωθυπουργού και διανοούμενους του τότε κυβερνητικού περίγυρου.
ΤΡΙΤΟΝ, τόσο το αρχικό σχέδιο Αναν όσο και τα τέσσερα επόμενα που ακολούθησαν καμιά σχέση δεν έχουν με το πνεύμα, το γράμμα, τις πολιτικές συγκυρίες, τις θέσεις που υιοθετούσαμε επί τρις δεκαετίες, τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (οι τελευταίες έστω και αν προσαρμόζονταν στην δική μας υποχωρητικότητα επέμεναν στην αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας) και την απόφαση της ΕΕ το 2002-3 για πλήρη ένταξη με την νόμιμη και νομικά ενιαία Κυπριακή Δημοκρατία. Το σχέδιο που υπέβαλε ο Αναν, παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, καταστέλλει παντοτινά τα ανθρώπινα δικαιώματα, καταστέλλει παντοτινά την λαϊκή κυριαρχία και την εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία των κυπρίων και δημιουργεί ένα πολιτειακό τέρας προορισμένο να αποτελεί μόνιμη εστία τριβών, συγκρούσεων και πολέμου. Όποιος κατά βάση υποστηρίζει την παραβίαση του διεθνούς δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας και την υποταγή της λαϊκής κυριαρχίας των λαών στα εκάστοτε φασιστοειδή ηγεμονικά συμφέροντα να το πει ανοικτά και τίμια και όχι να κρύβεται πίσω από τις συμφωνίες του 1977 και 1979 ή πίσω από ασυναρτησίες περί «συναισθηματισμού».
Η πιο τραγική περίπτωση, βεβαίως, είναι όταν κάποιοι εξ αγνοίας υποστηρίζουν ότι το σχέδιο Αναν σχετίζεται με αυτό που εμείς και όλος ο υπόλοιπος κόσμος πλην τούρκων υποστήριζαν επί δεκαετίες. Το παρόν σημείωμα απευθύνεται στους τελευταίους. Οι κύπριοι πάντως βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού κινδυνεύοντας να καταστούν ακόμη μια φορά εξιλαστήρια θύματα ολέθριων λαθών, ολέθριων παραλείψεων και ολέθριας άγνοιας ενίοτε επιμελώς καλλιεργημένης.
Αφιέρωμα στο Σχέδιο Ανάν του ηλεκτρονικού περιοδικού Αντίβαρο